Βιασμοί γυναικών, media και κοινωνική κατάσταση.

viasmosΠΗΓΗ.

Τις τελευταίες αυτές, εορταστικές – υποτίθεται – ημέρες, κατά σύμπτωση κατακλυζόμαστε από ειδήσεις βιασμών γυναικών ανά τον κόσμο και δυστυχώς και στην Ελλάδα.

Τα περιστατικά είναι απολύτως πραγματικά, αλλά φυσικά ο βιασμός γυναικών δεν είναι μια εξαίρεση της επικαιρότητας, αλλά ο κανόνας της καθημερινότητας και σε αυτή τη χώρα.

Σε μια κοινωνία όπου η κυρίαρχη ηθική είναι αυτή της ανθρωποφαγίας, ο κανόνας είναι ο κάθε φορά πιο αδύναμος να πέφτει θύμα του κάθε φορά ισχυρότερου. Και στην υπαρκτή κατηγορία των φύλων, από άποψη σωματικής ρώμης αλλά και εμπεδωμένων ρόλων, η γυναίκα είναι συνήθως ο πιο αδύναμος άνθρωπος.

Καμιά φορά, στην προσπάθεια να κατανοήσουμε και να ερμηνεύσουμε τέτοια φαινόμενα, αναλωνόμαστε στο αν το ταξικό ζήτημα είναι κυρίαρχο αυτού των φύλων ή το αντίστροφο. Όμως η αλήθεια είναι πως αυτές οι κατηγορίες ταξινόμησης του κοινωνικού, συμπλέκονται μεταξύ τους και δεν είναι αξεχώριστες. Υπάρχουν αλληλεπιδράσεις και δεν είναι χρήσιμο να μην τις αναγνωρίζουμε.

Ένα πράγμα που έχει σημασία να ξεχωρίσουμε είναι η χρήση του γεγονότος όπως γίνεται από τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης. Αυτές οι πραγματικά τρομακτικές ειδήσεις έρχονται στην πρώτη  θέση και υπερτονίζονται, καθώς πρόκειται για απολύτως προσωπικές ιστορίες. Η έμφαση στο προσωπικό, όταν μάλιστα προσφέρεται ώστε να μην συνδέεται εύκολα με την κοινωνική κατάσταση, είναι ο κανόνας στα κυρίαρχα media. Αυτό γιατί τα media φροντίζουν ώστε με όλους τους δυνατούς τρόπους να εξαφανίζεται η συλλογική-κοινωνική διάσταση του κόσμου. Γι αυτό, είτε ευχάριστες ειδήσεις είτε δυσάρεστες, διατυπώνονται έτσι ώστε να μην διακρίνεται και να εξαφανίζεται η έννοια του συλλογικού.

Στα πλαίσια αυτής της πολιτικής, τις ειδήσεις απασχολούν το τι έκανε ο τάδε σταρ του Χόλιγουντ με το διαζύγιό του, και τα σήριαλ μιλάνε πάντα για προσωπικές σχέσεις και εξαντλούνται σε κάθε είδους προσωπικές έριδες, ενώ πουθενά δεν εμφανίζεται η ένταξη του προσωπικού σε κάτι ευρύτερο.

Αυτός είναι ο κυρίαρχος κανόνας που διαμορφώνει τα τηλεοπτικά μας προγράμματα, αλλά και γενικότερα το περιεχόμενο των κυρίαρχων media: υπάρχουν μόνο ατομικές υποθέσεις και μια απόμακρη και απρόσιτη εξουσία που αποφασίζει – κυβερνητικά μέτρα – και τίποτε άλλο! Δεν υπάρχει συλλογικό, δεν υπάρχει κοινωνικό πλαίσιο που επηρεάζει και το επιμέρους.

Στις περιπτώσεις των βιασμών γυναικών, ενώ πρόκειται καταφανώς για κοινωνικό φαινόμενο, ο τρόπος που σερβίρεται η είδηση την αποστεώνει στο στενό ατομικό, έτσι που τελικά ποτέ δεν μπορεί να λυθεί το πρόβλημα. Διότι πάντα το επιμέρους και το γενικότερο αλληλεπιδρούν ώστε να δημιουργούν τα όποια γεγονότα και φαινόμενα, και δεν μπορούμε να βρούμε προοπτικές μένοντας μόνο στο στενά ατομικό.

Έτσι όπως παρουσιάζονται τα πράγματα στρέφεται πάντα η κοινή γνώμη και ο υγιής θυμός, αποκλειστικά προς το συγκεκριμένο πρόσωπο, χωρίς να διευρύνεται ο νους ώστε να αναζητά λύσεις που θα προβλέψουν και θα αποτρέψουν ένα επόμενο παρόμοιο τραγικό περιστατικό. Γιατί αν άνοιγαν τέτοιες συζητήσεις θα οδηγούμασταν στην τεράστια ευθύνη, όχι μόνο της Δικαιοσύνης και του λεγόμενου και υποτιθέμενου Σωφρονιστικού Συστήματος, που μόνο σωφρονισμό δεν επιτελεί, αλλά και στην ανεπάρκεια της Παιδείας, στην παντελή απουσία πρόληψης στον τομέα της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας Ψυχικής Υγείας, σε ένα κοινωνικό πλαίσιο που, με βασικό όργανο τα ίδια αυτά media που τώρα δήθεν κόπτονται για την καημένη τη γυναίκα, όλη μέρα αναπαράγουν το ρόλο της γυναίκας – πουτάνας που βγάζει το ψωμί της δείχνοντας τα μπούτια και τα βυζιά της, τελικά σε ένα κοινωνικό τοπίο ατέρμονης βίας, απανθρωπιάς, εκμετάλλευσης, επιβολής του δυνατού στον αδύναμο, είτε ο δυνατός είναι ο πλούσιος και αδύναμος ο φτωχός, είτε δυνατός είναι ο σωματικά πιο εύρωστος, αυτός που φέρει όπλο, αυτός που φορά τη στολή της εξουσίας, αυτός που κατέχει το πόστο της εξουσίας.

Η κυρίαρχη κουλτούρα της βίας, η κυρίαρχη κουλτούρα της εκμετάλλευσης, η κυρίαρχη κουλτούρα της περιφρόνησης της βούλησης των πολιτών, αυτή η κουλτούρα εξειδικεύεται σε προσωπικό επίπεδο και εμπεδώνεται ασυνείδητα ώστε να γίνεται απάνθρωπη συμπεριφορά σε όλα τα πεδία της καθημερινής ζωής.

Όταν όλες οι ανθρωπιστικές αξίες έχουν στην πράξη καταπατηθεί και κουρελιαστεί, όταν όλες οι κοινωνικές κατακτήσεις αιώνων, σε μια πορεία της ανθρωπότητας προς έναν καλύτερο κόσμο, εξευτελίζονται, αυτός ο εκπεσμός φτάνει σε κάθε ίνα της κοινωνίας, σε κάθε πρόσωπο και σε κάθε ψυχή ξεχωριστά και βιώνεται αναλόγως και με τις ιδιαίτερες συγκυρίες, ώστε να μορφοποιείται τελικά με κάποιο τρόπο σε κάτι αποτρόπαιο, αντανακλώντας το γενικό σκοτάδι.

Όλοι, ο καθένας μας ξεχωριστά, είμαστε κοινωνικά όντα, δηλαδή προϊόντα του ευρύτερου πλαισίου στο οποίο δημιουργούμαστε, γεννιόμαστε, αναπτυσσόμαστε και ζούμε. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει οτι είμαστε πανομοιότυποι, γιατί υπάρχουν οι ιδιαίτερες συνθήκες που επιδρούν στον καθένα ξεχωριστά. Αλλά και αυτές εντάσσονται στο γενικό τοπίο.

Η προσπάθεια να εξατομικεύσουμε τα πάντα, είναι συστηματική και σε αυτή εντάσσονται και έωλης αξιοπιστίας έρευνες που εξηγούν κάθε συμπεριφορά με το DNA, και κατά συνέπεια ανήκουν στις αποτρόπαιες θεωρίες περί περιούσιων λαών, υπέρτερων φυλών – και φύλων – και άλλα απολύτως οπισθοδρομικά που οδηγούν την κοινωνία στην άβυσσο.

Η πραγματική λύση, η κοινωνική λύτρωση, θα επερχόταν αν υπήρχε μια πραγματικά δημόσια συζήτηση, ενταγμένη σε συμμετοχικές διαδικασίες στις οποίες αντιμετωπίζονται και λύνονται όλα τα προβλήματα, ανάμεσα στα άλλα και αυτό το κοινωνικό φαινόμενο των βιασμών γυναικών.

Σε μια σάπια κοινωνία, δηλαδή σε μια μη κοινωνία, όπου δεν υφίστανται δεσμοί, ο καθένας τείνει να αντιλαμβάνεται τον εαυτό του ως ένα μόνο σαρκίο, χωρίς προορισμό και λόγο ύπαρξης. Έτσι στέκεται εχθρικά απέναντι σε όλους τους άλλους, και κυρίως αυτούς που τους εμφανίζουν ως τροφή, όπως δηλαδή συμβαίνει με τη γυναίκα, που αναπαρίσταται στην κυρίαρχη εικόνα της, όχι ως ένα ισότιμο, με ισότιμες και ολοκληρωμένες ανάγκες ανθρώπινο πλάσμα, αλλά ως η “ανταμοιβή”, το “δωράκι”, η σεξουαλική τροφή για τον πεινασμένο άντρα.

Σε μια κοινωνία ισοτιμίας, δικαιοσύνης, αλληλεγγύης, συλλογικότητας, αγάπης, ευημερίας για όλους και όχι της βίας των ακραίων κοινωνικών αντιθέσεων, του χυδαίου πλούτου από τη μια και της ανέχειας από την άλλη, της εκπόρνευσης του ενός φύλου για την δήθεν ικανοποίηση του άλλου, οι ελάχιστες παρεκκλίσεις θα μπορούσαν να απομονωθούν και να περιοριστούν αριθμητικά, με προοπτική να εξαλειφθούν ως φαινόμενα.

Έχει σημασία να δούμε την έκταση του φαινομένου των βιασμών γυναικών, που είναι πολύ μεγάλη, που περιλαμβάνει πολλά, μικρότερης ίσως αγριότητας εγκλήματα που όμως, στο συλλογικό και επομένως και ατομικό ασυνείδητο, προετοιμάζουν για το ακραίο έγκλημα.

 Η εικόνα της γυναίκας – γκόμενας – εμπόρευμα – αντικείμενο – που κυριαρχεί στα media και φυσικά αναπαράγεται και στην πραγματική ζωή, όπου οι γυναίκες αντιγράφουν τη εικόνα που τους υπαγορεύεται έμμεσα οτι πρέπει να έχουν – γιατί αν δεν της μοιάζουν δεν θα αρέσουν, δηλαδή δεν θα τις αγαπούν, επομένως θα είναι μόνες  – ουσιαστικά προετοιμάζει την κοινωνία για την νομιμοποίηση του βιασμού στις συνειδήσεις. Από εκεί και πέρα η απόσταση μέχρι το πιο άγριο έγκλημα μπορεί να διανυθεί. Σε άλλες εποχές που δεν υπήρχαν τηλεοράσεις – αλλά και σε άλλες σύγχρονες κοινωνίες – και πάλι καλλιεργείτο η ιδέα της γυναίκας – αντικείμενο του πόθου – με τον αντίστροφο τρόπο, που όμως είναι η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος, δηλαδή καθιστώντας το γυναικείο σώμα ταμπού.

 Για τις γυναίκες αλλά και κάθε άνθρωπο, η ελευθερία είναι μια δύσκολη υπόθεση που απαιτεί λεπτές ισορροπίες.

 Για τις κοινωνίες, ένα τοπίο βούρκου γεννά τέρατα. Αν δεν φροντίσουμε για ένα κόσμο αληθινής ομορφιάς, ένα κόσμο ανθρώπινης και αξιοβίωτης ζωής για όλους, ένα κόσμο χωρίς βία και εκμετάλλευση, ένα κόσμο σεβασμού όλων των πλασμάτων, σεβασμού της ζωής, όλα τα εγκλήματα δεν θα είναι παρά ότι πιο φυσικό.

This entry was posted in ΔΙΑΦΟΡΑ. Bookmark the permalink.

5 Responses to Βιασμοί γυναικών, media και κοινωνική κατάσταση.

  1. η ύπαρξη, η γιγάντωση του θεσμού της Πορνείας είναι ο μεγαλύτερος εξευτελισμός του Πολιτισμού! Και πότε φάνηκε η Πορνεία στην Προϊστορία του δίποδου; Όταν ανατράπηκε η Μητριαρχία εξ αιτίας της εμφάνισης του Πλούτου. Θυμηθείτε ότι στη Δημοκρατία της Πνύκας [που τόσο λιβανίζεται] μια Γυναίκα για να αποκτήσει στοιχειώδη προσωπικότητα έπρεπε να γίνει εταίρα. Εν αντιθέσει με τη Σπάρτη της Απέλλας, της Λυκούργιας Σπάρτης όπου κυριαρχούσε η Μητριαρχία [γι’ αυτό και ηκατασυκοφάντηση της] και, ακόμη πρωτύτερα, στο Μινωϊκό Πολιτισμό! Στη ανατροπή της Μητριαρχίας οφείλονται και οι βιασμοί και, και, και…

  2. “Μέ τή δουλεία, πού στον πολιτισμό πήρε τήν πιο πλέρια ανάπτυξη της, έγινε ή πρώτη μεγάλη διάσπαση της κοινωνίας σέ μιά έκμεταλλεύτρια καί μιά εκμεταλλευόμενη τάξη. Αυτή η διάσπαση διατηρήθηκε σ’ όλη τήν περίοδο του πολιτισμού. Η δουλεία είναι η πρώτη μορφή της εκμετάλλευσης, πού χαρακτηρίζει τόν αρχαίο κόσμο. Τήν άκολουθεί η δουλοπαροικία τό μεσαίωνα καί η μισθωτή εργασία στή νεότερη εποχή. Αυτές είναι οι τρείς μεγάλες μορφές της υποδούλωσης πού χαρακτηρίζουν τίς τρείς μεγάλες εποχές του πολιτισμού. Τίς τρείς αυτές εποχές τίς συνοδεύει πάντα η δουλεία, στην αρχή, η ανοιχτή καί τελευταία η σκεπασμένη.
    Τη βαθμίδα τής εμπορεύματικής παραγωγής, με την οποία αρχίζει ο πολιτισμός, τή χαρακτηρίζει οίκονομικά: 1) η εισαγωγή του μεταλλικού χρήματος, καί μαζί του του χρηματικού κεφαλαίου, του τόκου καί της τοκογλυφίας, 2) η εμφάνιση τών έμπορων σάν μεσάζουσας τάξης ανάμεσα στους παραγωγούς, 3) ή γέννηση της ατομικής ίδιοχτησίας τής γης καί τής αποθήκης, καί 4) η εμφάνιση τής εργασίας τών δούλων σάν κυρίαρχης μορφής τής παραγωγής. Η μορφή της οικογένειας πού αντιστοιχεί στον πολιτισμό καί πού επικρατεί οριστικά μαζί του είναι η μονογαμία, η κυριαρχία του άντρα πάνω στή γυναίκα καί η ατομική οικογένεια σάν οίκονομική μονάδα τής κοινωνίας. Η συνόψιση τής πολιτισμένης κοινωνίας είναι τό κράτος, πού σέ όλες τίς τυπικές περίοδες είναι, χωρίς εξαίρεση, τό κράτος τής κυρίαρχης τάξης, καί πού σέ όλες τίς περιπτώσεις παραμένει ουσιαστικά μιά μηχανή γιά τήν υποταγή της καταπιεζόμενης καί εκμεταλλευόμενης τάξης. Χαρακτηριστικό γιά τόν πολιτισμό είναι ακόμα: άπό τή μιά η σταθεροποίηση τής αντίθεσης άνάμεσα στην πόλη καί στην ύπαιθρο σάν βάση όλου του κοινωνικού καταμερισμού τής εργασίας, καί άπό τήν άλλη η καθιέρωση της διαθήκης πού μ’ αυτήν ο ίδιοχτήτης μπορεί νά διαθέτει τήν ίδιοχτησία του ακόμα καί μετά τό θάνατο του. Ό θεσμός αυτός πού χτυπά κατάμουτρα τό παλιό καθεστώς τών γενών ήταν ως τήν εποχή του Σόλωνα άγνωστος στην Αθήνα. Στή Ρώμη καθιερώθηκε άπό νωρίς κιόλας, πότε ακριβώς δέν ξέρουμε. Στους γερμανούς τόν είσήγαγαν οι παπάδες γιά νά μπορεί ό άγαθούλης γερμανός νά κληροδοτεί ανενόχλητα το μερίδιο του στήν εκκλησία. Με αυτό τό κοινωνικό καθεστώς ο πολιτισμός κατάφερε πράγματα, πού η παλιά κοινωνία των γενών δέν ήταν σε θέση ούτε και νά τά φανταστεί. Μά τά πέτυχε υποκινώντας τά πιό βρωμερά ένστιχτα καί πάθη τών ανθρώπων που τά ανάπτυξε σέ βάρος όλων τών άλλων τους χαρισμάτων. Η χυδαία άπληστία ήταν η κινητήρια ψυχή του πολιτισμού άπό τήν πρώτη του μέρα ως σήμερα: πλούτος καί ξανά πλούτος, καί πάλι πλούτος, πλούτος όχι της κοινωνίας, μά αυτού τού ενός άθλιου άτομου, αυτός ήταν ο μοναδικός τελικός σκοπός του. “Αν μαζί μ’ αυτά τού πεσαν έτοιμα στην ποδιά η εξέλιξη τής επιστήμης και σέ έπανειλημένες περίοδες η ανώτατη άνθιση της τέχνης, αυτό έγινε μόνο γιατί χωρίς αυτά δέ θά ήταν δυνατό νά πετύχει όλη αυτή τή συσσώρευση τού πλούτου της εποχής μας.
    Μια καί ή βάση τού πολιτισμού είναι ή εκμετάλλευση μιάς τάξης άπό μιαν άλλη, όλη ή εξέλιξη του κινείται μέσα σέ μιαν αδιάκοπη αντίφαση. Κάθε πρόοδος της παράγωγης είναι ταυτόχρονα μιά πισωδρόμηση στην κατάσταση της καταπιεζόμενης τάξης, δηλ. της μεγάλης πλειοψηφίας. Κάθε καλό γιά τους μέν είναι αναγκαστικά κακό γιά τους άλλους, κάθε καινούργια απελευθέρωση της μιας τάξης, είναι μιά νέα καταπίεση γιά τήν άλλη τάξη. Τό πιό χτυπητό παράδειγμα γι’ αυτό τό δίνει η είσαγωγή τών μηχανών, πού τα αποτελέσματα τους σήμερα είναι γνωστά σέ όλον τόν χόσμο. Κι αν, στους βάρβαρους μόλις μπορούσε νά γίνει διάκριση ανάμεσα στά δικαιώματα καί στίς υποχρεώσεις, ο πολιτισμός κάνει καί τή διάκριση αυτή καί τήν αντίθεση ανάμεσα τους ολοφάνερη καί στον πιό ηλίθιο, παραχωρώντας σχεδόν όλα τά δικαιώματα σέ μιά τάξη, ένώ φορτώνει στην άλλη σχεδόν όλες τίς υποχρεώσεις. Αυτό όμως δέν πρέπει νά γίνεται. Εκείνο πού είναι καλό γιά τήν κυρίαρχη τάξη πρέπει νάναι καλό γιά ολόκληρη τήν κοινωνία, πού μ’ αυτή ταυτίζεται η κυρίαρχη τάξη. Οσο λοιπόν προχωρεί ό πολιτισμός, τόσο περισσότερο είναι υποχρεωμένος νά σκεπάσει μέ τό μανδύα της αγάπης τά κακά πού δημιούργησε μέ αναγκαιότητα, νά τά εξωραίζει ή νά τά αρνείται, κοντολογης νά είσάγει μιά συμβατική ύποκρισία, πού δέν τήν ήξεραν ούτε οί πρώτες κοινωνικές μορφές, ούτε οί πρώτες βαθμίδες τού πολιτισμού, καί τέλος, νά τήν αποκορυφώνει μέ τόν ισχυρισμό ότι η εκμετάλλευση της καταπιεζόμενης τάξης γίνεται άπό τήν έκμεταλλεύτρια τάξη μόνο καί μόνο προς τό συμφέρον της ίδιας τής εκμεταλλευόμενης τάξης, κι άν ή εκμεταλλευόμενη τάξη δέν τό καταλαβαίνει αυτό, μά αντίθετα εξεγείρεται, αυτό αποτελεί τήν πιό πρόστυχη αχαριστία απέναντι ατούς ευεργέτες, τους εκμεταλλευτές” [Φρ. Έγκελς, η καταγωγή της Οικογένειας κλπ, σελίδες 375-377, σε Μαρξ- Έγκελς, Διαλεχτά Έργα, εκδοτικό ΓΝΩΣΕΙΣ].

  3. Η ανατροπή της μητριαρχίας ήταν η κοσμοϊστορική ήττα του γυναικείου φύλου. Ο άντρας πήρε το πηδάλιο και στο σπίτι, η γυναίκα ταπεινώθηκε, υποδουλώθηκε, έγινε σκλάβα των ορέξεων του και απλό εργαλείο για την παραγωγή παιδιών. Την ταπεινωμένη αυτή θέση της γυναίκας, όπως προβάλλει ανοιχτά, ιδίως στους Έλληνες της ηρωϊκής και, ακόμη περισσότερο, της κλασσικής εποχής, σιγά-σιγά την εξωράισαν υποκριτικά και ακόμα, που και που, της δόσανε πιο απαλή μορφή, καθόλου όμως δεν την κατάργησαν» [Φρ, Έγκελς, Η καταγωγή της Οικογένειας κλπ, σε Διαλεχτά Έγα των Μαρξ- Έγκελς, τόμος Β, σελίδα 246, εκδοτικό «Γνώσεις»]. Αλλά τη δουλεία μας τη δίδαξαν αλλιώς, ως συνήθως, με ψεύδη. Γιατί συνεχίζεται η δουλεία; Γιατί συνεχίζονται οι υλικές συνθήκες παραγωγής που τη δημιούργησαν! Δηλαδή η αποθέωση της ατομικής ιδιοκτησίας. Και ατομική ιδιοκτησία σημαίνει ιδιοποίηση του παραγόμενου πλούτου των πολλών από τους λίγους! Τους ιδιοκτήτες των μέσων παραγωγής. Απλούστερα: ποιους χτυπάει η ανεργία κυρίως; Τις γυναίκες, ναι ή όχι; Για να βρει εργασία μια γυναίκα, κυρίως στον ιδιωτικό τομέα, δε θα πρέπει, συνήθως, να υποκύψει στις σεξουαλικές επιθυμίες και ορέξεις του εργοδότη; Αν μπορούσε η γυναίκα να βρει εργασία, εύκολα, και χωρίς εκδουλεύσεις τέτοιου είδους, ποια γυναίκα θα κατέφευγε στην πορνεία, φανερή ή κρυφή; Είναι η πορνεία η συνέχιση της αρχαίας παλλακείας, ναι ή όχι; Αντί άλλων, για την περαίωση αυτής της παρατήρησης, παραθέτω μια σκέψη από ένα αριστούργημα των Μαρξ- Έγκελς: «Δε μπορεί να απελευθερωθούν οι άνθρωποι όσο δε θάναι σε θέση να εξασφαλίσουν στο ακέραιο τροφή και πιοτό, κατοικία και ρούχα σε ποσότητα και σε ποιότητα. Η «απελευθέρωση» είναι γεγονός ιστορικό και όχι γεγονός διανοητικό, και προκαλείται από ιστορικούς όρους, από την κατάσταση της βιομηχανίας, του εμπορίου, της γεωργίας, κατόπι, σε συνέχεια, σε συνάρτηση με τα διάφορα στάδια ανάπτυξης τους προκαλούν τους παραλογισμούς. Υπόσταση, υποκείμενο, αυτοσυνείδηση και καθαρή κριτική, το ίδιο όπως το θρησκευτικό και θεολογικό παραλογισμό, εξαλείφοντας τους έπειτα και πάλι όταν έχουν αρκετά αναπτυχθεί» [Η Γερμανική Ιδεολογία, τόμος Α΄, σελίδα 21, εκδοτικό Αναγνωστίδης].

  4. τι ήταν το μητρικό δίκαιο και γιατί έπρεπε να αλλάξει. «Σύμφωνα με το μητρικό δίκαιο, δηλαδή όσο η καταγωγή λογαριαζόταν μονάχα από τη γυναικεία γραμμή, και σύμφωνα με το αρχικό κληρονομικό έθιμο του γένους, το σύντροφο του γένους που πέθαινε τον κληρονομούσαν αρχικά οι συγγενείς του γένους του. Η περιουσία έπρεπε να μένει μέσα στο γένος. Παίρνοντας υπόψη ότι τα αντικείμενα ήταν ασήμαντα, μπορεί, στην πράξη ανέκαθεν, να περνούσαν στην κυριότητα των κοντινότερων συγγενών του στο γένος, δηλαδή των ομόαιμων συγγενών από την πλευρά της μητέρας του. Τα παιδιά όμως του πεθαμένου άντρα δεν ανήκαν στο γένος του, μα στο γένος της μητέρας τους. Κληρονομούσαν αρχικά τη μητέρα τους μαζί με τους υπόλοιπους ομόαιμους συγγενείς της και αργότερα ίσως να την κληρονομούσαν αυτά σε πρώτη γραμμή. Από τον πατέρα τους όμως δε μπορούσαν να κληρονομήσουν, γιατί δεν ανήκαν στο γένος του και η περιουσία του έπρεπε να μείνει μέσα σ΄ αυτό. Όταν λοιπόν πέθαινε ένας ιδιοχτήτης κοπαδιών, τα κοπάδια του περνούσαν πρώτα στους αδερφούς και τις αδερφές του και στα παιδιά των αδερφάδων του, ή στους απογόνους των αδερφών της μητέρας του. Τα παιδιά του όμως δεν είχαν δικαίωμα στην κληρονομιά. Στο βαθμό λοιπόν που τα πλούτη μεγάλωναν, έδιναν από μια μεριά στον άντρα μια πιο σημαντική από τη γυναίκα θέση στην οικογένεια, κι από την άλλη, δημιουργούσαν το κίνητρο να χρησιμοποιήσουν οι άντρες αυτή την ενισχυμένη θέση για να ανατρέψουν την παλιά σειρά διαδοχής προς όφελος των παιδιών τους. Αυτό όμως δε γινόταν όσο ίσχυε η καταγωγή σύμφωνα με το μητρικό δίκαιο. Έπρεπε λοιπόν το μητρικό δίκαιο να ανατραπεί, και ανατράπηκε. Κι αυτό δεν ήταν διόλου τόσο δύσκολο όσο μας φαίνεται σήμερα. Γιατί αυτή η επανάσταση-μια από τις πιο ριζικές που έζησαν οι άνθρωποι-δε χρειαζόταν να θίξει ούτε ένα από τα ζωνταμά μέλη του γένους. Όλα τα μέλη του μπορούσαν να μείνουν και τώρα ό,τι ήταν πριν. Έφτανε η απλή απόφαση ότι στο μέλλον οι απόγονοι των αρσενικών μελών θα μέναν στο γένος, ενώ θα αποκλείονταν οι απόγονοι της γυναίκας και θα περνούσαν στο γένος του πατέρα τους. Έτσι ανατράπηκε το λογάριασμα της καταγωγής από τη γυναικεία γραμμή, και το μητρικό κληρονομικό δίκαιο, και εφαρμόστηκε η αντρική γραμμή καταγωγής και το πατρικό κληρονομικό δίκαιο. Πως και πότε έγινε αυτή η επανάσταση στους πολιτισμένους λαούς, δεν το ξέρουμε καθόλου. Ανήκει ολότελα στην προϊστορική εποχή… Πόσο εύκολα συντελείται, το βλέπουμε σε μια σειρά φυλές Ινδιάνων, όπου μόλις τελευταία έγινε και γίνεται ακόμη, εν μέρει κάτω από την επιρροή του αυξανόμενου πλούτου και του αλλαγμένου τρόπου ζωής [μετατόπιση από τα δάση στα λειβάδια], και εν μέρει, κάτω από την ηθική επίδραση του πολιτισμού και των ιεραποστόλων. Από οχτώ φυλές του Μισσούρι οι εξι έχουν την αντρική, ενώ οι δυο έχουν ακόμα τη γυθναικεία γραμμή καταγωγής και σειρά κληρονομιάς. Στους Σώνη, τους Μαϊάμι και τους Ντελαγουέρ ρίζωσε το έθιμο να δίνουν στα παιδιά ένα από τα ονόματα του γένους του πατέρα τους, για να μπορούν έτσι μπαίνοντας στο πατρικό γένος, να κληρονομούν τον πατέρα τους. «Έμφυτη πανουργία του ανθρώπου ν΄ αλλάζει τα πράγματα αλλάζοντας τα ονόματα τους! Και να βρίσκει παραθυράκια για να σπάζει την παράδοση μέσα στα πλαίσια της παράδοσης εκεί όπου ένα άμεσο συμφέρον ήταν αρκετό κίνητρο!» (Μαρξ). Έτσι δημιουργήθηκε μια αγιάτρευτη σύγχιση που μπορούσε να διορθωθεί μονάχα, και εν μέρει διορθώθηκε, με το πέρασμα στο πατρικό δίκαιο. «Το πέρασμα αυτό φαίνεται, γενικά, νάναι το φυσικότερο πέρασμα» (Μαρξ) … Η πρώτη επίδραση της μονοκρατορίας των αντρών που είχε πια θεμελιωθεί, φαίνεται στην ενδιάμεση μορφή της πατριαρχικής οικογένειας που εμφανίζεται τώρα. Αυτό που, κυρίως, τη χαρακτηρίζει δεν είναι η πολυγαμία, μα η οργάνωση ενός αριθμού ελεύθερων και ανελεύθερων προσώπων σε μια οικογένεια κάτω από την πατρική εξουσία του αρχηγού της οικογένειας. Στη σημερινή μορφή, ο αρχηγός αυτός της οικογένειας ζει με πολλές γυναίκες, οι ανελεύθεροι έχουν γυναίκες και παιδιά και σκοπός όλης της οργάνωσης είναι το φύλαγμα των κοπαδιών σε μια καθορισμένη περιοχή. Το ουσιαστικό είναι η ενσωμάτωση ανελεύθερων και η πατρική εξουσία. Γι΄ αυτό η ρωμαϊκή οικογένεια είναι ο ολοκληρωμένος τύπος αυτής της οικογενειακής μορφής. Η λέξη familia αρχικά, δε σημαίνει το ιδανικό του σημερινού φιλισταίου που αποτελείται από αισθηματικότητα και σπιτικούς καυγάδες. Στους Ρωμαίους, αρχικά, δε σημαίνει καν το συζυγικό ζευγάρι και τα παιδιά του, μα μονάχα τους δούλους. Famulus λέγεται ο δούλος του σπιτιού και familia είναι το σύνολο των δούλων που ανήκουν σ΄ ένα άνθρωπο. Ακόμα και τον καιρό του Γάιου η familia id est patrimonium [δηλαδή το κληρονομικό μερίδιο] κληροδοτιόταν με διαθήκη. Οι Ρωμαίοι έχουν εφεύρει την έκφραση αυτή για να χαρακτηρίσουν ένα νέο κοινωνικό οργανισμό, που ο αρχηγός του είχε κάτω από την εξουσία του γυναίκες και παιδιά και ένα αριθμό δούλους με δικαιώματα ζωής και θανάτου για όλους. «Η λέξη δεν είναι παλιότερη από το σιδηρόφραχτο οικογενειακό σύστημα των λατινικών φυλών, που αναπτύχθηκε ύστερα από την εισαγωγή της γεωργίας και της νόμιμης δουλείας, και μετά το χωρισμό των άριων Ιταλών από τους Έλληνες». Και ο Μαρξ προσθέτει: «Η νεότερη οικογένεια περιέχει σαν σπέρμα, όχι μονάχα τη δουλεία (servitus) μα και τη δουλοπαροικία, από την αρχή σχετίζεται με δουλιές της γεωργίας. Περιέχει, σε μικρογραφία, όλες τις αντιθέσεις που, αργότερα, αναπτύσσονται πλατιά στην κοινωνία και στο κράτος της» [Φρ. Έγκελς στο Μαρξ-Έγκελς, Διαλεχτά Έργα, τόμος Β, σελίδες 244-247, εκδοτικό ΓΝΩΣΕΙΣ].

Αφήστε απάντηση στον/στην Γιώργος Φραγκούλης Ακύρωση απάντησης